04 oikonomakis et al 135

Upload: spirosla

Post on 06-Jul-2018

215 views

Category:

Documents


0 download

TRANSCRIPT

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    1/38

    105 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΤΑΞΕΙΣ:

    ΘΕΩΡΙΑ ΚΑΙ ΕΜΠΕΙΡΙΚΗ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ*

    των Γιώργου Οικονομάκη, Γιάννη Ζησιμόπουλου,Δημήτρη Κατσορίδα, Γιώργου Κόια και Γιώργου Κρητικίδη

    * Το παρόν άρθρο αποτελεί συνοπτική εκδοχή του Πρώτου Μέρους της μελέτης «Η ταξική διάρθρωση

    και η θέση της εργατικής τάξης στην ελληνική κοινωνία» (Οικονομάκης κ.ά., υπό δημοσίευση). Η

    μελέτη αυτή υλοποιήθηκε ως παραδοτέο (Π.3.4.) στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος

    «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού 2007-2013», Άξονας Προτεραιότητας 2: «Ενίσχυση της

    προσαρμοστικότητας του ανθρώπινου δυναμικού και των επιχειρήσεων». Ειδικότερα, το παραδοτέο

    αποτελεί προϊόν της πράξης 4, «Ενίσχυση της επιχειρησιακής ικανότητας του ΙΝΕ ΓΣΕΕ»,

     υποέργο 1, «Σύσταση, οργάνωση και ανάπτυξη λειτουργιών: α) Παρατηρητηρίου κοινωνικών και

    οικονομικών εξελίξεων και πολιτικών και β) μονάδας τεκμηρίωσης και υποστήριξης της θεσμικής

    εκπροσώπησης της ΓΣΕΕ», που εντάσσεται στο πλαίσιο εφαρμογής του Επιχειρησιακού Σχεδίου

    Δράσης του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας - ΙΝΕ/ΓΣΕΕ.

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    2/38

    106 Θέσεις 135

    ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ: ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ1

    Α ντικείμενο της παρούσας μελέτης είναι η διερεύνηση της ταξικής διάρ-θρωσης της ελληνικής κοινωνίας, ο προσδιορισμός εντός αυτής της θέ-σης της εργατικής τάξης και οι εν δυνάμει ταξικές πολώσεις που διαμορφώ- νονται. Η εμπειρική αποτύπωση βασίζεται στην επεξεργασία δευτερογενώνστοιχείων για την περίοδο 2006-2014. Τρεις είναι οι βασικές θεωρητικές πα-ραδοχές που υιοθετούνται: α) Το βασικό κριτήριο ταξικού προσδιορισμού εί- ναι οικονομικό (θέση στις σχέσεις παραγωγής), β) οι κοινωνικές τάξεις μπο-ρεί να σχηματίζονται στο πλαίσιο της λειτουργικής άσκησης της (οικονομι-κής, πολιτικής, ιδεολογικής) εξουσίας της κυρίαρχης τάξης και γ) δεν μπορεί να υπάρξει κανένας ταξικός ορισμός στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο οοποίος να βρίσκεται σε αντίθεση με τον ορισμό στο οικονομικό επίπεδο. Μεβάση αυτές τις παραδοχές η ταξική διάρθρωση της ελληνικής κοινωνίας πε-ριλαμβάνει τις εξής κοινωνικές τάξεις: Καπιταλιστική τάξη, παραδοσιακήμικροαστική τάξη, μεσαία αστική τάξη, ανώτερη κρατική γραφειοκρατία, νέα μικροαστική τάξη, εργατική τάξη, νόθα εργατική τάξη και κατώτερη μι-σθωτή βαθμίδα.

    1. Τρόπος παραγωγής, κοινωνικός σχηματισμός  και κοινωνικές τάξεις: γενική θεώρηση

    Σημείο εκκίνησης της παρούσας ανάλυσης είναι «ότι ο τρόπος παραγωγήςαναφέρεται αποκλειστικά στον πυρήνα των ταξικών σχέσεων, όχι στιςταξικές σχέσεις ως τέτοιες», Milios (2000: 295).

    1 Η ανάλυση στο θεωρητικό πλαίσιο βασίζεται σε Οικονομάκης (2000)˙ Μηλιός και

    Οικονομάκης (2007)˙ Milios and Economakis (2011).

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    3/38

    107 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    Σε ένα δεδομένο κοινωνικό σχηματισμό,2 ο οποίος «έχει μια ειδική ιστο-ρία, κουλτούρα, οικονομία και πολιτική οργάνωση», Goodman and Redclift(1982: 59), μορφοποιείται μια σύνθετη ταξική διάρθρωση, καθώς σε αυτόνείναι δυνατόν να συνυπάρχουν περισσότεροι του ενός τρόποι παραγωγής.Κατά συνέπεια, το αφετηριακό σημείο της ταξικής ανάλυσης μιας κοινωνίαςείναι η ανάλυση των τρόπων παραγωγής που συνυπάρχουν εντός της. Στησυνάρθρωση των διαφορετικών τρόπων παραγωγής κυριαρχεί πάντα ένας εξαυτών. Στην περίπτωση που κυριαρχεί ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής,το πεδίο αυτής της συνάρθρωσης είναι η σφαίρα της εμπορευματικής κυκλο-φορίας-ανταλλαγής, βλ. Οικονομάκης (2000).

    Για την ανάλυση της έννοιας του τρόπου παραγωγής αναγκαία είναι η ει-σαγωγή της έννοιας των σχέσεων παραγωγής. Η σύνθεση των σχέσεωνκυριότητας, κατοχής και χρήσης των μέσων παραγωγής, αποτελεί τις σχέσεις

    παραγωγής (ή προσδιορίζει σε αυτές), Οικονομάκης (2000).3

     Ως χρήση τωνμέσων παραγωγής ορίζεται η αποκλειστική εκτέλεση της λειτουργίας τηςάμεσης εργασίας, όπου λειτουργία της άμεσης εργασίας σημαίνει συμμετοχή– ενός ατόμου ή ενός συλλογικού παράγοντα – στη διαδικασία της εργασίαςμε σκοπό την παραγωγή αξιών χρήσης, βλ. π.χ. Carchedi (1977: 66). Ηκυριότητα ως οικονομική σχέση συνίσταται στην εξουσία επί των μέσων, τωναντικειμένων και των αποτελεσμάτων της παραγωγικής διαδικασίας. Σε δι-άκριση από την τυπική-νομική κυριότητα, η κυριότητα ως (πραγματική) οι-κονομική σχέση προϋποθέτει την κατοχή των μέσων παραγωγής, δηλαδή τηδιοίκηση (διεύθυνση) της παραγωγικής διαδικασίας, τη δυνατότητα να τίθε-

     νται τα μέσα παραγωγής σε λειτουργία και την οικειοποίηση αποτελεσμάτωνεκ της χρήσης των μέσων παραγωγής. Με άλλα λόγια η κυριότητα ως οικονο-μική σχέση υφίσταται ως σχέση ομολογίας (σύμπτωσης-αντιστοιχίας) με τησχέση κατοχής (διοίκησης).4 Σε περίπτωση μη-ομολογίας (μη-σύμπτωσης καιμη-αντιστοιχίας), η κυριότητα δεν είναι μια οικονομική αλλά είναι (ή μπορεί να είναι) μια εντελώς τυπική ή νομική σχέση, βλ. σχετικά και Οικονομάκης(2005).

    Ο ιδιαίτερος/ειδικός (και ιστορικώς μεταβλητός στις μορφές υλοποίησήςτου) συνδυασμός των τριών παραπάνω σχέσεων5 μορφοποιεί έναν «καθαρό»

    2 Για τη διάκριση τρόπου παραγωγής και κοινωνικού σχηματισμού βλ. Οικονομάκης(2000: 183-196).

    3 Βλ. κυρίως Αλτουσέρ [Althusser] (1977, 1978-α, 1978-β, 2003)˙ Μπαλιμπάρ [Balibar](1986, 2003)˙ Μπετ(τ)ελέμ [Bettelheim] (1975, 1978, 1983)˙ Harnecker (χωρίς χρο-

     νολογία έκδοσης)˙ Πουλαντζάς (1975, 1982-α, 1982-γ, 1984)˙ Rey (χωρίς χρονολογίαέκδοσης, 1973).

    4  Για τη διάκριση μεταξύ πραγματικής (οικονομικής) κυριότητας και κατοχής βλ. Jessop (1985: 161).

    5 Στη βάση της ανάλυσης του Πουλαντζά (1984: 83), υποστηρίζουμε ότι οι τρεις αυτέςσχέσεις δεν πρέπει να θεωρούνται ως αμετάβλητες από τον ένα τρόπο παραγωγής

    στον άλλο, ως εάν να ήταν σχηματισμένες από «στοιχεία» τα οποία θα «έμεναν

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    4/38

    108 Θέσεις 135

    τρόπο παραγωγής.6 Είναι αυτός ο ιδιαίτερος συνδυασμός των τριών σχέσεωνπου συγκροτεί τη «μήτρα» ενός τρόπου παραγωγής (δηλαδή την οικονομικήδομή ενός τρόπου παραγωγής). Η οικονομική δομή ενός τρόπου παραγωγήςκαθορίζει ποιο από τα τρία συστατικά δομικά στοιχεία ενός ιστορικού τρόπουπαραγωγής7  (οικονομικό, δικαιο-πολιτικό ή ιδεολογικό) είναι κυριαρχικό. Υπό την έννοια αυτή, το οικονομικό στοιχείο είναι σε όλες τις περιπτώσεις τοκαθοριστικό σε τελευταία ανάλυση στοιχείο [Οικονομάκης (2000: 38-39)].

    Εφόσον ο ιδιαίτερος συνδυασμός των σχέσεων κυριότητας, κατοχής και χρήσης συγκροτεί τη «μήτρα» ενός τρόπου παραγωγής, οι διαφορετικές κοι- νωνικές τάξεις σχηματίζονται εντός των (διαφορετικών) τρόπων παραγωγήςως αποτέλεσμα της «μήτρας» τους (δηλαδή των σχέσεων παραγωγής που τησυγκροτούν) και ως «φορείς» αυτών των σχέσεων. Οι κοινωνικές τάξεις χα-ρακτηρίζονται συνεπώς, όπως υποστηρίζει ο Αλτουσέρ [Althusser (2003:

    428)], από τις ταξικές θέσεις στις οποίες οι «φορείς» είναι «οι κάτοχοι». Ο Αλ-τουσέρ εδώ ακολουθεί τη μαρξική ανάλυση, σύμφωνα με την οποία τα μέλητων κοινωνικών τάξεων δεν είναι παρά «απλώς ενσαρκώσεις, προσωποποιή-σεις […] καθορισμένοι κοινωνικοί χαρακτήρες, που εγχαράσσει στα άτομα τοκοινωνικό προτσές παραγωγής, είναι τα προϊόντα αυτών των καθορισμένωνκοινωνικών σχέσεων παραγωγής» – και ως τέτοιοι είναι οι «κύριοι παράγο- ντες» ενός τρόπου παραγωγής, Μαρξ (1978-β: 1080).

    Οι κοινωνικές τάξεις που σχηματίζονται εντός ενός τρόπου παραγωγήςως οι «φορείς» των σχέσεων που συνθέτουν τις σχέσεις παραγωγής οι οποίεςσυγκροτούν τη «μήτρα» του, αποτελούν τις «θεμελιώδεις» κοινωνικές τάξεις

    αυτού του τρόπου παραγωγής (οι «κύριοι παράγοντες» ενός τρόπου παραγω-

    αμετάβλητα σ’ όλους τους τρόπους παραγωγής». Βλ. σχετικά και σε Μηλιός καιΟικονομάκης (2007: 22)˙ βλ. επίσης Dedoussopoulos (1985: 161)˙ Gerstein (1989:123, 125)˙ Οικονομάκης (2000: 50-51).

    6 Υποστηρίζουμε τη θέση ότι: «παραγωγική εργασία» από την άποψη της καπιταλιστικήςδιαδικασίας παραγωγής είναι η εργασία που αμείβεται από μεταβλητό κεφάλαιο καιεπομένως παράγει υπεραξία. Βλ. Μαρξ (1978-α, 1984)˙ Ομάδα Επιστημόνων (1981)˙Σταμάτης (1989, 1990)˙ Οικονομάκης (2000)˙ Μηλιός κ.ά. (2005). Κατά συνέπεια,«παραγωγή», από την άποψη της καπιταλιστικής διαδικασίας παραγωγής είναι κάθε

    διαδικασία στην οποία η εργασιακή δύναμη ανταλλάσσεται άμεσα με κεφάλαιο.Στη βάση αυτή, η καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής νοείται ως η ενότητα της διαδικασίαςτης «άμεσης παραγωγής» και της  «κυκλοφορίας» για την παραγωγή υπεραξίας. Η προβληματικήαυτή προϋποθέτει ότι η διαδικασία της «κυκλοφορίας» είναι «υλική διαδικασία παραγωγής». Βλ. Σταμάτης (1990: 8-9, 13). Για τις μη-καπιταλιστικές διαδικασίες εργασίας/παραγωγής στις οποίες δεν απασχολείται μισθωτή εργασιακή δύναμη δεν τίθεται τοερώτημα της παραγωγής υπεραξίας. Ωστόσο και εδώ η έννοια της «παραγωγής» θα

     νοηθεί ως η ενότητα της διαδικασίας της «άμεσης παραγωγής» και της «κυκλοφορίας», όπου ητελευταία αποτελεί επίσης «υλική διαδικασία παραγωγής». Για το ζήτημα της παραγωγικής και μη-

    παραγωγικής εργασίας όταν δεν απασχολείται μισθωτή εργασία βλ. Οικονομάκης (2000: 59-61).7

     Για τους ιστορικούς τρόπους παραγωγής βλέπε αναλυτικά σε Οικονομάκης (2000: 63-137).

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    5/38

    109 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

     γής). Κατά συνέπεια, ορίζουμε ως «μη-θεμελιώδεις»8 ή ως «ενδιάμεσες» κοι- νωνικές τάξεις εκείνες τις κοινωνικές ομάδες ενός τρόπου παραγωγής (εάνυπάρχουν) που δεν είναι «φορείς» συνθετουσών σχέσεων, δηλαδή τις τάξειςπου δεν ενσαρκώνουν επαρκώς ένα διακριτό ή «καθορισμένο κοινωνικό χα-ρακτήρα» στο επίπεδο του τρόπου παραγωγής, βλ. Economakis (2005).

    Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής (ΚΤΠ) και η καπιταλιστική ανάπτυ-ξη μπορούν να συνυπάρχουν (και αυτός είναι ο κανόνας) με μη-καπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής. Έτσι, ο ΚΤΠ και το σύστημα της καπι-ταλιστικής κυριαρχίας – καπιταλισμός – δεν είναι συνώνυμα ή ταυτόσημα.Επομένως, οι τάξεις του ΚΤΠ δεν είναι οι μόνες τάξεις ενός καπιταλιστικούκοινωνικού σχηματισμού [βλ. π.χ. Gerstein (1989)]. Εντούτοις, εφόσον «οιδυο βασικές τάξεις κάθε κοινωνικού σχηματισμού, όπου και εμφανίζεται ηκύρια αντίφαση, είναι οι τάξεις του κυρίαρχου σ’ αυτόν τον σχηματισμό τρόπου

    παραγωγής» έπεται ότι «στους καπιταλιστικούς κοινωνικούς σχηματισμούς[αυτές είναι] η αστική και η εργατική τάξη», Πουλαντζάς (1982-γ: 28). Καπι-ταλιστές και εργάτες ενσαρκώνουν ένα διακριτό ή «καθορισμένο κοινωνικό χαρακτήρα» στο επίπεδο του τρόπου αυτού παραγωγής, δηλαδή είναι οι «κύ-ριοι παράγοντες» αυτού του τρόπου παραγωγής (βλ. σχετικά πιο αναλυτικάστη συνέχεια).

    Στην παρούσα μελέτη υποστηρίζουμε ότι στις συγκεκριμένες κοινωνίεςυφίσταται ένας σύνθετος ταξικός σχηματισμός. Όχι μόνο λόγω της συνάρ-θρωσης περισσότερων τρόπων παραγωγής (επίπεδο οικονομικών σχέσεων)αλλά επίσης και για τον ακόλουθο λόγο:

    Οι κοινωνικές τάξεις μπορεί να σχηματίζονται στο πλαίσιο της λειτουργι-κής άσκησης της (οικονομικής, πολιτικής, ιδεολογικής) εξουσίας της κυρίαρ- χης τάξης. Αυτές οι λειτουργίες μπορεί να εκχωρούνται σε κοινωνικές ομά-δες που δεν ανήκουν στην κυρίαρχη τάξη. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον αυτέςοι τάξεις δεν σχηματίζονται εντός ενός τρόπου παραγωγής, δηλαδή στο οικο- νομικό επίπεδο, πρέπει να χαρακτηριστούν ως «μη-θεμελιώδεις» ή ως «ενδι-άμεσες» κοινωνικές τάξεις, όπως εκείνες που δεν είναι «φορείς» σχέσεωνπου συνθέτουν τις σχέσεις παραγωγής εντός ενός τρόπου παραγωγής.

    «Αυτή η προσέγγιση δεν αποκλείει πάντως την ύπαρξη “οριακών” κοινω-

     νικών στρωμάτων χωρίς ταξική ένταξη (π.χ., ενδεχομένως ο περιθωριακόςπληθυσμός που ιστορικώς έχει περιγραφεί ως “λούμπεν προλεταριάτο”9»),

    8 Αυτή η διάκριση μεταξύ θεμελιωδών και μη-θεμελιωδών κοινωνικών τάξεων [όπωςέχει διασαφηνιστεί στο Μηλιός και Οικονομάκης (2007: 23)] δεν σχετίζεται με τηδιάκριση (που έχει τεθεί από τους Resnick and Wolff) μεταξύ «θεμελιωδών καιυπαγόμενων τάξεων», η οποία αναφέρεται στη «διάκριση μεταξύ της παραγωγήςκαι της διανομής της υπεραξίας», Resnick and Wolff (1982: 2 επ.)˙ βλ. και ελληνικήέκδοση Resnick and Wolff (2009) και Resnick and Wolff (2002).

    9 Ο Μαρξ (1978-α: 666) χαρακτηρίζει «τους αλήτες, τους εγκληματίες και τις πόρνες»

    ως «το καθαυτό λούμπεν προλεταριάτο».

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    6/38

    110 Θέσεις 135

    Μηλιός και Οικονομάκης (2007: 25)˙ σχετικά και Μηλιός (2002).10

    Ακολουθώντας τους Μηλιό και Οικονομάκη (2007: 25), οι πιο πάνω παρα-δοχές σημαίνουν ότι στη διερεύνησή μας δεν θεωρούμε ότι οι κοινωνικές τά-ξεις προσδιορίζονται αποκλειστικά εντός των τρόπων παραγωγής, αλλά ότιοι «τάξεις ορίζονται πρωταρχικά (αλλά όχι αποκλειστικά) από τη θέση τουςστις σχέσεις παραγωγής», Jessop (1985: 165, βλ. επίσης 160). Επομένως, καισύμφωνα με την «αλτουσεριανή παράδοση» [βλ. Jessop (1985: 170)], «έναςπλήρης προσδιορισμός των τάξεων πρέπει να διενεργηθεί σε όρους οικονομι-κών, πολιτικών και ιδεολογικών [παραγόντων]», Carchedi (1977: 43).

    Συμπληρώνουμε, ωστόσο, υπό την προϋπόθεση ότι: «δεν μπορεί ναυπάρξει κανένας ταξικός ορισμός στο πολιτικό και ιδεολογικό επίπεδο σεαντίθεση με τον ορισμό στο οικονομικό επίπεδο», Μηλιός και Οικονομάκης(2007: 42, σχετικά και 50)˙ Μηλιός και Οικονομάκης (2008: 15)˙ βλ. επ’ αυ-

    τού και στη συνέχεια).

    2. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής

    ΟΚΤΠ αναδύεται στη βάση μιας διπλής ιστορικής κίνησης: απελευθέρω-ση των άμεσων παραγωγών από τη φεουδαρχική ή ασιατική υποτέλειακαι αποχωρισμός τους από τα μέσα παραγωγής και συντήρησης τα οποία κα-τείχαν υπό εκείνες τις ιστορικές συνθήκες προς όφελος της νέας εκμεταλλευ-

    τικής τάξης, βλ. Μαρξ (1978-α). Αυτή η διπλή κίνηση, η οποία δημιούργησετον ελεύθερο εργάτη με τη «διπλή έννοια» (ελεύθερο άτομο και απαλλοτριω-μένο από μέσα παραγωγής), Μαρξ (1978-α: 181-182), μετέτρεψε μαζικά τηνεργασιακή δύναμη σε εμπόρευμα και δημιούργησε αυτό που θα ονομάσουμεστοιχειώδες χαρακτηριστικό της «μήτρας» του («καθαρού») ΚΤΠ. Αυτό τοστοιχειώδες χαρακτηριστικό μπορεί να οριστεί ως ομολογία της σχέσης κυρι-ότητας και κατοχής στον ταξικό «φορέα» κυριότητας (πραγματική – οικονο-μική – κυριότητα) μέσω ή λόγω του χωρισμού του ελεύθερου άμεσου-παρα- γωγού από την κατοχή των μέσων παραγωγής. Η πραγματική κυριότητα συ- νεπάγεται ότι ο ελεύθερος εργάτης εργάζεται προς όφελος του ταξικού «φο-

    ρέα» της κυριότητας χωρίς να απαιτείται γι’ αυτό εξω-οικονομικός κατανα- γκασμός (κυριαρχικό το οικονομικό στοιχείο),11  βλ. σχετικά Οικονομάκης

    10  Η θέση περί της ένταξης όλων των κοινωνικών ομάδων σε τάξεις προτάθηκεαπό τον Νίκο Πουλαντζά (1982-α, 1982-γ), η αντίθετη από την Martha Harneck-er (χωρίς χρονολογία έκδοσης). «Αξίζει να σημειωθεί ότι τη στιγμή κατά την οποίαδιατυπώνονται οι παραπάνω αντιτιθέμενες θέσεις και οι δυο θεωρητικοί ανήκαν στοίδιο μαρξιστικό ρεύμα: “την αλτουσεριανή σχολή”», Μηλιός και Οικονομάκης (2007:25).

    11  Αντιθέτως, στους προ-καπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής (φεουδαρχικό και

    ασιατικό) η κυριότητα των μέσων παραγωγής από την κυρίαρχη τάξη δεν ήταν ποτέ

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    7/38

    111 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    (2005).Ωστόσο, το στοιχειώδες χαρακτηριστικό της «μήτρας» του ΚΤΠ δεν είναι

    το ειδικώς καπιταλιστικό χαρακτηριστικό και, ως εκ τούτου, δεν μπορεί απόμόνο του να προσδιορίσει τους πραγματικούς ιδιοκτήτες των μέσων παραγω- γής (τον «φορέα» της πραγματικής κυριότητας) ως καπιταλιστική τάξη. Ενολίγοις, θεωρούμε ελλιπή, ως προς τον προσδιορισμό της «μήτρας» του ΚΤΠ,τον ισχυρισμό ότι «οι καπιταλιστικές σχέσεις ιδιοκτησίας προκύπτουν όταν οιάμεσοι παραγωγοί χωρίζονται από τα μέσα παραγωγής […] και είναι ελεύθε-ροι από εξω-οικονομικό καταναγκασμό», Albritton (2000: 150).

    Σύμφωνα με τον Μαρξ (1978-α: 337, 347, 350) για να εμφανιστεί η σχέσημεταξύ πραγματικού ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής και εργάτη ως σχέσημεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, απαιτείται μια ποσοτική προϋπόθεση, ηοποία δεν έχει να κάνει με τίποτα περισσότερο από μια μεταβολή στην ποσο-

    τική κλίμακα της παραγωγής: ένας κάποιος αριθμός εργατών που βρίσκονταιυπό τη διαταγή του ίδιου κεφαλαιοκράτη.12

    Επομένως, ο ΚΤΠ έχει ως αφετηριακό του σημείο (από την «τυπική υπα- γωγή της εργασίας στο κεφάλαιο»)13 την αύξηση του αριθμού των εργατώνπου εργάζονται από κοινού με σκοπό την παραγωγή του ίδιου είδους εμπο-ρεύματος. Έτσι, για να εμφανιστεί ο πραγματικός ιδιοκτήτης των μέσων πα-ραγωγής ως «κεφάλαιο» (εξουσία επί της εργασιακής διαδικασίας και διεύ-θυνσή της) και ο άμεσος παραγωγός ως «εργάτης», η κλίμακα της παραγω- γής, και συνεπώς ο όγκος του κεφαλαίου που απασχολείται από έναν ατομι-κό επιχειρηματία (και ως εκ τούτου και ο αριθμός των απασχολούμενων απ’

    αυτόν μισθωτών εργατών σε κάθε δεδομένη χρονική στιγμή), πρέπει να είναιτέτοιος που ο καπιταλιστής να απαλλάσσεται πλήρως από την άμεσηεργασία, ήτοι, να αποστοιχίζεται πλήρως από τη σχέση χρήσης, έτσι που «νατου επιτρέπεται να εμφανίζεται απλά σαν καπιταλιστής, σαν αξιωματούχοςεπιβλέπων». Το εισόδημα του καπιταλιστή (δηλαδή το κέρδος) εξαρτάται

    πλήρης, καθώς οι εργαζόμενες/κυριαρχούμενες τάξεις διατηρούσαν την κατοχή τωνμέσων παραγωγής. Έτσι, η οικονομική εκμετάλλευση-απόσπαση υπερπροϊόντος απότην κυρίαρχη τάξη βασιζόταν στον εξω-οικονομικό καταναγκασμό, βλ. Μηλιός καιΟικονομάκης (2007: 26)˙ Μηλιός (2002: 64)˙ Μαρξ (1978-β: 970 κ.ε.).

    12 Γράφει χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων, ο Μαρξ (1978-α: 337): «Η κεφαλαιοκρατικήπαραγωγή αρχίζει στην πραγματικότητα από τη στιγμή που το ίδιο ατομικό κεφάλαιοαπασχολεί ταυτόχρονα ένα μεγαλύτερο αριθμό εργατών, επομένως από τη στιγμήπου το προτσές της εργασίας επεκτείνει τις διαστάσεις του και προσφέρει προϊόντασε μεγαλύτερη ποσοτική κλίμακα. Η δράση ενός μεγαλύτερου αριθμού εργατώνστο ίδιο χρονικό διάστημα, στον ίδιο χώρο (ή αν θέλετε στο ίδιο πεδίο εργασίας)

     για την παραγωγή του ίδιου είδους εμπορεύματος, κάτω από τις διαταγές τουίδιου κεφαλαιοκράτη αποτελεί ιστορικά και εννοιακά το σημείο αφετηρίας τηςκεφαλαιοκρατικής παραγωγής».

    13 Για μια ανάλυση των μαρξικών εννοιών της «τυπικής» και «πραγματικής υπαγωγής

    της εργασίας στο κεφάλαιο» βλ. Οικονομάκης (2000: 82 κ.ε., 98 κ.ε.).

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    8/38

    112 Θέσεις 135

    έτσι από τον όγκο του προκαταβεβλημένου συνολικού κεφαλαίου και όχι απότην εργασία του ως κεφαλαιοκράτη και επομένως η εργασιακή διαδικασίαείναι αποκλειστικά υπό την άμεση εκμετάλλευση ταξικών παραγόντων άλ-λων από εκείνους που συμμετέχουν σε αυτήν, [βλ. Μαρξ (χωρίς χρονολογίαέκδοσης: 101-102, 105, 123-124)].14 Μόνο υπ’ αυτήν την έννοια οι καπιταλι-στές είναι «μη-εργαζόμενοι» και «τα μέσα παραγωγής […] είναι ιδιοκτησίατων μη-εργαζομένων (καπιταλιστών)», Hindess and Hirst (1979: 10). Αυτήντην πλήρη απαλλαγή του πραγματικού ιδιοκτήτη των μέσων παραγωγής απότην ανάγκη της άμεσης εργασίας (ή την πλήρη αποστοίχισή του από τη σχέση χρήσης) ονομάζουμε αναγκαία συνθήκη για τον ΚΤΠ. Αυτή η αναγκαία συνθήκημετασχηματίζει το στοιχειώδες χαρακτηριστικό της «μήτρας» του ΚΤΠ σεειδικό, βλ. και Οικονομάκης (2005).15

    Ο σχηματισμός της πραγματικής καπιταλιστικής κυριότητας προϋποθέτει

    την πλήρη απαλλαγή του καπιταλιστή από την ανάγκη να δουλεύει ο ίδιος,αλλά δεν έχει ως προϋπόθεση ότι οι καπιταλιστές ως ατομικά υποκείμενα εί- ναι ταυτοχρόνως οι νομικοί ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής. Το ζήτημα(όπως είναι γνωστό) έχει να κάνει με το χωρισμό της (νομικής) ιδιοκτησίαςαπό την κατοχή των μέσων παραγωγής. Ο Μαρξ (1978-β: 489) είχε ήδη παρα-τηρήσει ότι κύριο χαρακτηριστικό των μεγάλων μετοχικών εταιρειών είναιπως «έχουν την τάση [...] τη διευθυντική δουλειά σαν λειτουργία να τη χωρί-ζουν όλο και περισσότερο από την κατοχή του κεφαλαίου», δηλαδή τη νομικήτου ιδιοκτησία.16 Και βεβαίως το θέμα έχει να κάνει με την ταξική θέση τωνμάνατζερς (εννοείται των top managers). Γράφει ο Πουλαντζάς (1982-γ: 223)

    αναφορικά με τη μαρξική ανάλυση: «Οι αναλύσεις του Μαρξ είναι ξεκάθα-

    14  Γράφει, μεταξύ άλλων, ο Μαρξ (χωρίς χρονολογία έκδοσης: 105) «Αυτό πουδιακρίνεται από την αρχή στο, μόνο και μόνο τυπικά υπαγμένο στο κεφάλαιο,προτσές εργασίας [...] είναι η κλίμακα στην οποία ενεργεί, δηλαδή από τη μίαπλευρά ο όγκος των προκαταβλημένων μέσων παραγωγής, από την άλλη το πλήθοςτων εργατών, που διευθύνονται από τον ίδιο employer (εργοδότη) [...] έτσι, ώστε οίδιος να έχει απαλλαγεί από άμεση εργασία και να του επιτρέπεται να εμφανίζεταιαπλά σαν καπιταλιστής, σαν αξιωματούχος επιβλέπων, να εκτελεί σαν να λέμε τημε βούληση και συνείδηση προικισμένη λειτουργία του κεφαλαίου, που έχει περάσει

    μέσα στο προτσές αξιοποίησής του. Αυτή η διεύρυνση της κλίμακας αποτελεί άρατον όρο και την πραγματική βάση, όπου πάνω της γεννιέται ο ειδικά-καπιταλιστικόςτρόπος παραγωγής».

    15 Γράφει σχετικά, ακολουθώντας τον Μαρξ, και ο Λένιν (1988: 367): «Το μέγεθος […]του κεφαλαίου καθορίζει τη μορφή της προσωπικής συμμετοχής του ιδιοχτήτη στηνεπιχείρηση: αν δηλαδή θα είναι μικρό κι ο ίδιος εργάτης, όταν το κεφάλαιό του είναιακόμα πολύ μικρό, ή αν θα παραιτηθεί από την προσωπική εργασία και θα ειδικευτείσε εμπορο-επιχειρηματικά καθήκοντα».

    16  «Ότι η “ψυχή του βιομηχανικού μας συστήματος” δεν είναι οι βιομήχανοικεφαλαιοκράτες, αλλά οι managers της βιομηχανίας, το σημείωσε ήδη ο Γιουρ»,

    Μαρξ (1978-β: 488).

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    9/38

    113 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    ρες: ενώ οι διάφορες εξουσίες της κυριότητας και της κατοχής ανήκουν στηθέση του κεφαλαίου – είναι “λειτουργίες” του κεφαλαίου – δεν ασκούνταιαπαραίτητα από τους ίδιους φορείς-ιδιοκτήτες – δεν είναι “λειτουργίες” κε-φαλαιούχων ιδιοκτητών». Επομένως: «Οι ιθύνοντες φορείς που ασκούνάμεσα τις εξουσίες αυτές και που εκπληρώνουν τις “λειτουργίες τουκεφαλαίου”, καταλαμβάνουν τη θέση του κεφαλαίου, και ανήκουν έτσι στην αστική τάξη,έστω κι αν δεν είναι κάτοχοι της τυπικής νομικής κυριότητας. Έτσι, οι μάνατζερς απο-τελούν, οπωσδήποτε, συστατικό μέρος της αστικής τάξης», βλ. Οικονομά-κης (1999).

    «Ο αποχωρισμός των εργαζομένων από τα μέσα παραγωγής (δηλαδή η αποστέ-

    ρηση από τους εργαζομένους της κατοχής των μέσων παραγωγής), έχει ως άλλη

    όψη της τη συγκρότηση του εργαζόμενου (ο οποίος ανταλλάσσει την εργασιακή

    του δύναμη με κεφάλαιο), στο δικαιακό-πολιτικό επίπεδο και στο επίπεδο τηςιδεολογίας, σε ελεύθερο πολίτη - υποκείμενο δικαίου, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για

    τα δομικά χαρακτηριστικά του κράτους και της κυρίαρχης ιδεολογίας», Μηλιός

    και Οικονομάκης (2007: 28)˙ Μηλιός (2002: 62-63).

     2.1. Η καπιταλιστική τάξη, η εργατική τάξη και η νέα μικροαστική τάξη του ΚΤΠ

    Σύμφωνα με τον Μαρξ (1978-α: 355, 375, 380-381, 421) είναι ήδη στη μανου-φακτούρα (στην τυπική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο) που «ο

    συνδυασμένος συνολικός εργάτης» που «αποτελείται […] μόνο από […]μονόπλευρους μερικούς εργάτες» εκπηγάζει ως «ο ζωντανός μηχανισμός τηςμανουφακτούρας», βλ. και Μηλιός και Οικονομάκης (2007: 28).

    Η διαδικασία συγκρότησης του «συνολικού» εργάτη αναπτύσσεται παρα-πέρα στην «πραγματική υπαγωγή της εργασίας στο κεφάλαιο».

    Γράφει σχετικά ο Μαρξ (χωρίς χρονολογία έκδοσης: 129-130):

    «Μια που με την ανάπτυξη της πραγματικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφά-

    λαιο ή του ειδικά καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, ο πραγματικός λειτουρ-

     γός του συνολικού προτσές εργασίας […] γίνεται ολοένα και περισσότερο μιακοινωνικά συνδυασμένη ικανότητα εργασίας και μια που οι διάφορες ικανότη-

    τες εργασίας, που ανταγωνίζονται, και που αποτελούν τη συνολική παραγωγι-

    κή μηχανή, παίρνουν μέρος με πολύ διαφορετικούς τρόπους στο άμεσο προ-

    τσές της διαμόρφωσης των εμπορευμάτων ή εδώ καλλίτερα των προϊόντων, ο

    ένας σαν manager, engineer [διευθυντής, μηχανικός], τεχνολόγος κ.λπ. ο άλ-

    λος σαν overlooker [επιβλέπων], ο τρίτος σαν άμεσος χειροτέχνης ή ακόμα

    απλά σαν ανειδίκευτος εργάτης, έτσι, ολοένα και περισσότερο αυξανόμενος

    αριθμός λειτουργιών της ικανότητας εργασίας κατατάσσεται κάτω από την

    άμεση έννοια της παραγωγικής εργασίας και οι φορείς της κάτω από την έν-

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    10/38

    114 Θέσεις 135

     νοια των παραγωγικών εργατών, εργατών που τους εκμεταλλεύεται απ’ ευθεί-

    ας το κεφάλαιο και που υπόκεινται γενικά στο προτσές αξιοποίησης της παρα-

     γωγής. Αν εξετάσει κανείς το συλλογικό εργάτη […] τότε η συνδυασμένη του

    δραστηριότητα εκφράζεται άμεσα και υλικά σε ένα συνολικό προϊόν […] ενώ

    είναι τελείως αδιάφορο, αν η λειτουργία του μεμονωμένου εργάτη, που είναι

    μόνο ένα μέλος αυτού του συλλογικού εργάτη, βρίσκεται πιο μακριά ή πιο κο-

     ντά στην άμεση χειροτεχνική εργασία».

     Έτσι, αυτός ο συλλογικός (ή «συνολικός») εργάτης ταυτίζεται με την πα-ραγωγική εργασία. Ο μάνατζερ (υποθέτουμε όχι ο top manager), ο μηχανι-κός, ο τεχνολόγος, ο επιβλέπων, ο χειρώνακτας εργάτης – όλοι αυτοί μαζί –συνιστούν αυτόν το συλλογικό εργάτη. Ως εκ τούτου, ένας τέτοιος συλλογι-κός εργάτης συγκροτείται στο επίπεδο ενός τεχνικού καταμερισμού εργασίας

    στην καπιταλιστική διαδικασία παραγωγής ως «φορέας» της συνολικής-συν-δυασμένης εργασίας, η οποία ταυτίζεται με το σύνολο των μισθωτών εργαζο-μένων (παραγωγική εργασία-παραγωγικός εργάτης).

     Έχουμε σημειώσει ότι οι θεμελιώδεις τάξεις ενός τρόπου παραγωγής είναιοι «φορείς» των σχέσεων που συνθέτουν τις σχέσεις παραγωγής: κυριότητα,κατοχή και χρήση των μέσων παραγωγής. Η καπιταλιστική (ή αστική) τάξηείναι ο «φορέας» της (καπιταλιστικά μορφοποιημένης) πραγματικής κυριό-τητας: πλήρης αποστοίχιση από τη σχέση χρήσης. Η άλλη τάξη του ΚΤΠ είναιη εργατική τάξη, νοούμενη ως ο «φορέας» της τρίτης συνθέτουσας σχέσης,της σχέσης χρήσης: εκτέλεση της άμεσης εργασίας στην καπιταλιστική διαδι-

    κασία παραγωγής. Όπως υποστηρίζεται στο Οικονομάκης (2000: 92-93), «[ο]αστικός καταμερισμός εργασίας (από την αφετηρία του ΚΤΠ) χαρακτηρίζεται απότην όξυνση των διαχωρισμών - αντιθέσεων: πνευματικής και χειρωνακτικήςεργασίας, επιστήμης και πείρας, καθηκόντων διεύθυνσης και εκτέλεσης».Επομένως:

    «Η έννοια της νομής [χρήσης],17 στο πλαίσιο των καπιταλιστικών διαδικασιών

    εργασίας (που πρέπει να γίνεται αντιληπτή) ως τάση συλλογικής ικανότητας

     χρήσης των μέσων παραγωγής, ή/και γενικά των μέσων εργασίας, και

    ταυτόχρονα ως τάση ατομικής μη-ικανότητας18 αναδεικνύει (και αναδεικνύε-

    17  Σε μεταγενέστερες του Οικονομάκης (2000) εργασίες, ο συγγραφέας έχειαντικαταστήσει τον όρο «νομή» με τον όρο «χρήση». Θα διατηρήσουμε αυτόν τοδεύτερο όρο και στη συνέχεια για την καλύτερη συνοχή της ανάλυσής μας.

    18 Ο Μαρξ στον 1ο και στον 3ο Τόμο του Κεφαλαίου, βλ. Μαρξ (1978-α: 339, 355, 357,376-377, 395, 425, 439)˙ Μαρξ (1978-β: 107, 135) αναλύει τη «μετατροπή του εργάτη σετεμαχισμένο μερικό εργάτη εξάμβλωμα και όργανο μιας μερικότερης λειτουργίας. Ηπείρα ωστόσο του συλλογικού εργάτη ως των συνδυασμένων μερικών εργατών απο-τελεί τον αποφασιστικό παράγοντα για την εξέλιξη προς τη μεγάλη βιομηχανία (της

    πραγματικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο […]) στην οποία και ολοκληρώ-

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    11/38

    115 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    ται μέσα από) αυτούς ακριβώς τους διαχωρισμούς, αυτές ακριβώς τις αντιθέ-

    σεις. Αναδεικνύει (και αναδεικνύεται μέσα από) διαχωρισμούς - αντιθέσεις

    που θεμελιώνουν το ιεραρχικό “μοντέλο” των διαδικασιών εργασίας στον αστι-

    κό καταμερισμό (το οποίο εδράζεται στην πλήρη αποστοίχιση του “φορέα” της

    σχέσης πραγματικής κυριότητας από τη σχέση χρήσης, επόμενα και από το

    “φορέα” της σχέσης χρήσης, και στην υποταγή του δεύτερου “φορέα” στον

    πρώτο) ενσωματώνοντας ως ουσιώδες περιεχόμενό της, ως (ειδικά)

    καπιταλιστική “φύση” της, εντός (ειδικά) του αστικού καταμερισμού εργασίας,

    τη μια πλευρά αυτών των διαχωρισμών - αντιθέσεων. Την πλευρά που κάθε

    φορά αντιπροσωπεύει τις λειτουργίες της θεωρούμενης ή/και κατά κύριο λόγο

     χειρωνακτικής απέναντι στη (και αναφορικά με τη) θεωρούμενη ή/και κατά

    κύριο λόγο πνευματική εργασία, της πείρας απέναντι στην επιστήμη, της εκτέ-

    λεσης απέναντι στη διεύθυνση», Οικονομάκης (2000: 93).

    Από την άποψη των παραπάνω, οι θεμελιώδεις τάξεις του ΚΤΠ είναι ηκαπιταλιστική και η εργατική τάξη, εφόσον αυτές επαρκώς ενσαρκώνουνένα διακριτό ή «καθορισμένο κοινωνικό χαρακτήρα» στο επίπεδο του (καπι-ταλιστικού) τρόπου παραγωγής, και συνεπώς η καπιταλιστική και η εργατικήτάξη είναι εκείνες οι θεμελιώδεις κοινωνικές τάξεις που είναι και οι βασικέςστο επίπεδο ενός καπιταλιστικού κοινωνικού σχηματισμού.

    Το ερώτημα που προκύπτει είναι το ακόλουθο: είναι η (καπιταλιστικά) μι-σθωμένη (δηλαδή, παραγωγική) εργασία η οποία περιλαμβάνει όλα αυτά ταδιαφορετικά είδη εργασίας – σε μεγαλύτερη ή μικρότερη απόσταση από την

    άμεση χειρωνακτική εργασία (στην ενότητά της με την πείρα και την εκτέλε-ση) – ταυτόσημη με τον ταξικό «φορέα» της σχέσης χρήσης, δηλαδή την εργα-τική τάξη;

    Ο Μαρξ (1978-α: 347) γράφει:

    «Όπως ο κεφαλαιοκράτης απαλλάσσεται στην αρχή από τη χειρωνακτική εργα-

    σία μόλις το κεφάλαιό του φτάσει το ελάχιστο εκείνο μέγεθος με το οποίο και

    μόνο αρχίζει η καθαυτό κεφαλαιοκρατική παραγωγή, έτσι παραχωρεί τώρα τη

    λειτουργία της άμεσης και συνεχούς επίβλεψης των ξεχωριστών εργατών και

    εργατικών ομάδων σε μια ειδική κατηγορία μισθωτών εργατών. Όπως ένας

    στρατός χρειάζεται στρατιωτικούς αξιωματικούς και υπαξιωματικούς, έτσι και

    μια μάζα εργατών που συνεργάζονται κάτω από το πρόσταγμα του ίδιου κεφα-

    λαίου χρειάζεται αξιωματικούς (διευθυντές, διαχειριστές) και υπαξιωματικούς

    της βιομηχανίας (επιστάτες, foremen, overlookers, contremaitres) που στη

    διάρκεια του προτσές εργασίας διοικούν εξ ονόματος του κεφαλαίου. Η δου-

    λειά της επιστασίας εδραιώνεται σαν αποκλειστική τους λειτουργία».

     νονται τα από την τυπική ακόμα υπαγωγή χαρακτηριστικά της εργασίας», Οικονο-

    μάκης (2000: 91-93).

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    12/38

    116 Θέσεις 135

    Εντός του συλλογικού εργάτη συγκροτείται, συνεπώς, ένας στρατόςαξιωματούχων («αξιωματικών» και «υπαξιωματικών» της βιομηχανίας) ενόςειδικού είδους μισθωτών εργαζομένων: χαμηλότερου επιπέδου μάνατζερς,επιβλέποντες. Η αποκλειστική λειτουργία αυτών των αξιωματούχων είναι ηεργασία της διοίκησης-επιτήρησης (ως αντίθετης στην εκτέλεση της άμεσης εργασί-ας). Συνεπώς, οι μισθωτοί εργαζόμενοι που ανήκουν σε αυτήν την ειδική κα-τηγορία της μισθωτής εργασίας δεν εκτελούν αποκλειστικά τη λειτουργία τηςεργασίας αλλά αντιθέτως εξασκούν εκχωρημένες εξουσίες του κεφαλαίου. Έτσι, καίτοι αποτελούν μέρος του συλλογικού εργάτη, δηλαδή είναι παραγω- γικοί εργαζόμενοι – εργαζόμενοι άμεσα εκμεταλλευόμενοι από το κεφάλαιο– εντούτοις επίσης «λειτουργούν ως κεφάλαιο», και κατά συνέπεια δεν απο-τελούν «ενσαρκώσεις» και «προσωποποιήσεις» ενός επαρκώς διακριτού ή«καθορισμένου κοινωνικού χαρακτήρα» στο επίπεδο του τρόπου παραγωγής.19 

    Επομένως, «δεν αποτελούν prima facie συστατικά στοιχεία ούτε του ταξικού “φορέα” της σχέσης χρήσης, δηλαδή της εργατικής τάξης, ούτε, προφανώς του ταξικού φορέα” τηςπραγματικής κυριότητας, δηλαδή της καπιταλιστικής τάξης», Μηλιός και Οικονομάκης

    (2007: 30-31)˙ βλ. Πουλαντζάς (1982-γ: 281-283). Με άλλα λόγια, αν για τηνταξική ένταξη στην εργατική τάξη (ήτοι την τάξη «φορέα» της σχέσης χρήσηςεντός του ΚΤΠ) προϋποτίθεται, ως καταρχήν οικονομικό κριτήριο, η σχέσηεκμετάλλευσης (ως παραγωγή υπεραξίας), η σχέση εκμετάλλευσης δενταυτίζεται με την ταξική ένταξη στην εργατική τάξη. Ακολούθως, οι μισθωτοίεργαζόμενοι αυτού του ειδικού είδους δεν ανήκουν σε καμιά από τις θεμελι-ώδες τάξεις του ΚΤΠ και επομένως είναι μέρος μιας μη-θεμελιώδους ή ενδι-

    άμεσης κοινωνικής τάξης του ΚΤΠ η οποία βρίσκεται μεταξύ της καπιταλιστι-κής τάξης και της εργατικής τάξης. Η μη-θεμελιώδης ή ενδιάμεση αυτή κοι- νωνική τάξη του ΚΤΠ είναι η λεγόμενη νέα μικροαστική τάξη (του ΚΤΠ).20 Στη νέα μικροαστική τάξη του ΚΤΠ επίσης ανήκουν οι μηχανικοί και τεχνικοί(τεχνολόγοι), οι οποίοι στην πραγματικότητα εκτελούν ειδικές μορφές τηςδιοίκησης-επιτήρησης της εργασίας, οι οποίες πηγάζουν από την ειδικάκαπιταλιστική διαίρεση μεταξύ επιστήμης και εμπειρίας, όπως ο Πουλαντζάς(κυρίως:1982-γ: 284 κ.ε.) έχει δείξει, βλ. και  Μηλιός και Οικονομάκης (2007: 31).

    Ωστόσο, «είναι δυνατόν να γίνουν ορισμένοι διαφορισμοί μέσα στους μη-

     χανικούς και τους τεχνικούς, ιδιαίτερα ανάλογα με το αν βρίσκονται σε κλά-δους ή βιομηχανίες όπου διευθύνουν ή έχουν υπό τις εντολές τους χειρώνα-κτες εργάτες, ή σε κλάδους όπου αποτελούν οι ίδιοι το κύριο εργατικό δυνα-μικό και όπου, επομένως, δεν ασκούν διευθυντικά και εποπτικά καθήκονταπάνω σε άλλους εργαζόμενους», Πουλαντζάς (1982-γ: 299). Στην τελευταία

    19 Για τη «“διπλή φύση” της διευθυντικής και της εποπτικής εργασίας» βλ. Μαρξ (1978-β:484-485) και Πουλαντζάς (1982-γ: 279 κ.ε.).

    20 Ο εργαζόμενος ο οποίος αναλαμβάνει επίβλεψη και διοίκηση αντιστοιχεί σε ό,τι οCarchedi (1977: 62-92) ορίζει ως «νέα μεσαία τάξη», η οποία εκτελεί «ταυτοχρόνως τη

    […] λειτουργία του κεφαλαίου και τη λειτουργία του συλλογικού εργάτη».

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    13/38

    117 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    αυτή περίπτωση μπορούν να αποτελέσουν τον ταξικό «φορέα» της σχέσης χρήσης, και επομένως μπορεί να εμφανιστεί μια διαδικασία «προλεταριο-ποίησης των διανοητικών εργασιών», Pestieau (1998) ή «χειρωνακτικοποίη-σης» της διανοητικής εργασίας, Οικονομάκης (2000: 163-164). Σημειώνουμεακόμη στο σημείο αυτό ότι οι διακρίσεις μεταξύ πνευματικής και χειρωνακτικής εργασίας και επιστήμης και εμπειρίας πρέπει να γίνονταικατανοητές μόνο μέσω της αντιθετικότητάς τους και της ιστορικότητάς τους,βλ. Γκράμσι (1972)˙ Πουλαντζάς (1982-γ)˙ Μπαλιμπάρ (1986)˙ Μηλιός καιΟικονομάκης (2007: 32).

    Συναφές είναι το επόμενο ερώτημα: Στο «εσωτερικό» της σχέσης χρήσηςδεν υπάρχουν άραγε διαφορετικότητες σε ίδιες συνθήκες, δηλαδή μέσα στοίδιο προτσές  παραγωγής; Σύμφωνα με τον Πουλαντζά (1982-γ: 303-304),είναι αλήθεια πως ο «θεμελιακός» διαχωρισμός «διανοητικής/χειρωνακτικής

    εργασίας» έχει την τάση «να αναπαράγεται, με ιδιόμορφο τρόπο, κι απ’ τιςδυο πλευρές του διαχωριστικού φράγματος»: και στο πεδίο της διανοητικήςκαι στο πεδίο της χειρωνακτικής εργασίας. «Ωστόσο, το ταξικό φράγμααυτού του διαχωρισμού υπάρχει»: οι ειδικευμένοι δεν ασκούν στους ημιειδι-κευμένους, ούτε και οι τελευταίοι στους ανειδίκευτους εργάτες «τη διεύθυν-ση και την εποπτεία που συνοδεύονται από τη νομιμοποίηση του μυστικούτης γνώσης και του μονοπωλίου της, ενώ την ασκούν οι μηχανικοί και οι τε- χνικοί στο σύνολο της εργατικής τάξης».

    2.2. Εργατική και νέα μικροαστική τάξη (του ΚΤΠ) στον Πουλαντζά: Ένα σύντομο σχόλιο

    Ο Πουλαντζάς (1982-γ: 260) υποστηρίζει ότι: «Η εργατική τάξη δεν οριοθετεί-ται με βάση ένα απλό αρνητικό “καθ’ εαυτό” κριτήριο – τον αποκλεισμό τηςαπό τις σχέσεις ιδιοκτησίας – αλλά με βάση την παραγωγική εργασία». Υπο-στηρίζει επίσης την άποψη ότι «παραγωγική εργασία στον καπιταλιστικότρόπο παραγωγής είναι εκείνη που παράγει υπεραξία αναπαράγοντας άμε-σα τα υλικά στοιχεία που χρησιμεύουν για υπόστρωμα στη σχέση εκμετάλ-λευσης: η εργασία επομένως που παρεμβαίνει άμεσα στην υλική παραγωγήπαράγοντας αξίες χρήσης οι οποίες αυξάνουν τον υλικό πλούτο» (όπ.π.:

    268). Επομένως, σύμφωνα με τον Πουλαντζά, οι μισθωτοί εργαζόμενοι πουδεν παράγουν νέες αξίες χρήσης (νέες από φυσική άποψη) είναι μη-παραγωγικοί, και ως εκ τούτου δεν είναι μέρος της εργατικής τάξης: «οι μι-σθωτοί του εμπορίου, της διαφήμισης, του μάρκετινγκ, της λογιστικής, τηςτράπεζας, των ασφαλειών, κ.λπ. […] δεν αποτελούν μέρος της εργατικής τά-ξης (παραγωγική εργασία)» (όπ.π.: 262).

    Το γεγονός ότι, κατά τη γνώμη μας, η αντίληψη του Πουλαντζά επί τηςμαρξικής έννοιας της παραγωγικής εργασίας είναι μια λαθεμένη-προκλασι-κή «φυσιοκρατική εξήγηση της παραγωγικής εργασίας», Dedoussopoulos(1985: 42, 79) δεν θα είχε ίσως τόση σημασία εάν οδηγούσε σε συνεπείς θεω-

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    14/38

    118 Θέσεις 135

    ρητικά απαντήσεις επί του ερωτήματος του ταξικού προσδιορισμού της εργα-τικής τάξης. Αλλά δεν οδηγεί, απεναντίας συνεπάγεται μια ακραία συρρί-κνωση των ορίων της εργατικής τάξης και έτσι μια υπερ-διεύρυνση της νέαςμικροαστικής τάξης (του ΚΤΠ).21

    Σύμφωνα με τη δική μας οπτική, αντιθέτως, μισθωτοί εργαζόμενοι όπωςοι εμποροϋπάλληλοι ανήκουν στην εργατική τάξη, όχι απλώς επειδή είναιπαραγωγικοί (και είναι παραγωγικοί, ως αμειβόμενοι από μεταβλητό κεφά-λαιο) αλλά εφόσον εξασκούν αποκλειστικά τη λειτουργία της άμεσης εργασί-ας εντός της εργασιακής διαδικασίας μιας καπιταλιστικής επιχείρησης, ήτοιμιας επιχείρησης του ΚΤΠ. Για τη σχετική κριτική στις θέσεις αυτές του Που-λαντζά βλ. αναλυτικότερα Οικονομάκης (2000, 2005).

    3. Το κράτος και η νέα μικροαστική τάξη

     3.1. Ορισμοί 

    Ορίσαμε πιο πάνω τη νέα μικροαστική τάξη του ΚΤΠ ως τη μη-θεμελιώδηή ενδιάμεση κοινωνική τάξη του ΚΤΠ, η οποία ασκεί εκχωρημένη απότο κεφάλαιο εξουσία εντός της εργασιακής διαδικασίας, ενώ ταυτοχρόνωςαποτελεί αντικείμενο καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.

    Στο Μηλιός και Οικονομάκης (2007: 32) έχει διατυπωθεί η εξής άποψη:

    «Ακολουθώντας τον Πουλαντζά22  […] υποστηρίζουμε ότι η νέα μικροαστική

    τάξη περιλαμβάνει επίσης όλους εκείνους τους μισθωτούς εργαζομένους που

    στελεχώνουν τους μηχανισμούς του καπιταλιστικού κράτους, και έτσι εξα-

    σκούν εκχωρημένη από το καπιταλιστικό κράτος εξουσία στο όνομα του

    21 Σύμφωνα με τον Πουλαντζά (1982-γ: 334), «η νέα μικροαστική τάξη με τη θέση τηςστις ιδεολογικές σχέσεις και απέναντι στην εργατική τάξη, υπάγεται στη διανοητικήεργασία». Κατά συνέπεια - «μέσα από μια επέκταση της έννοιας της διανοητικήςεργασίας» (όπ.π.: 313) - μισθωτοί όπως μια πωλήτρια μεγάλου καταστήματος ανήκειστη νέα μικροαστική τάξη (του ΚΤΠ), και κατατάσσεται στη διανοητική εργασία,

    ενώ ένας ειδικευμένος εργάτης στην εργατική τάξη και στη χειρωνακτική εργασία:«Πράγματι, αν στηριχτούμε σε παρόμοια κριτήρια θα φανεί παράξενο ίσως ότιμπορούμε να κατατάξουμε από τη μεριά της διανοητικής εργασίας μια σειρά μηπαραγωγικούς φορείς που εργάζονται και αυτοί με τα “χέρια” τους, λόγου χάρητους φορείς που υπάγονται στην ανάπτυξη της “εκμηχάνισης” της μη παραγωγικήςεργασίας, ή ακόμα τους πωλητές και τις πωλήτριες των μεγάλων καταστημάτων»(όπ.π.). Έτσι, η πωλήτρια ενός μεγάλου καταστήματος κατατάσσεται στη διανοητικήεργασία και καταλήγει να βρίσκεται στην ίδια τάξη - τη νέα μικροαστική του ΚΤΠ -με το μη-μάνατζερ προϊστάμενό της. Το αδιέξοδο μιας τέτοιας προβληματικής είναικαταφανές.

    22

     Κυρίως Πουλαντζάς (1982-α˙ 1982-γ).

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    15/38

    119 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    καπιταλιστικού συστήματος κατά τη διαδικασία της αναπαραγωγής του».

    Δεχόμαστε μερικώς τη θέση αυτή. Δηλαδή θα θεωρήσουμε, για λόγουςπου θα εκτεθούν πιο κάτω, ότι η νέα μικροαστική τάξη του ΚΤΠ και του κρα-τικού μηχανισμού μπορούν να ιδωθούν ως μια τάξη (και σε μια τάξη τελικάθα ενοποιηθούν στην εμπειρική μας διερεύνηση), ωστόσο, δεν ταυτίζονταιμε βάση το οικονομικό κριτήριο ή, ακριβέστερα, η ταύτισή τους θα παραβίαζετο οικονομικό κριτήριο: η μεν πρώτη εκτελεί παραγωγική εργασία και είναιαντικείμενο καπιταλιστικής εκμετάλλευσης ενώ η δεύτερη μη-παραγωγικήεργασία και (ως εκ τούτου) δεν είναι αντικείμενο καπιταλιστικής εκμετάλ-λευσης. Για το λόγο αυτό το ευρύτερο σύνολο νέα μικροαστική τάξη θα θεω-ρήσουμε ότι αποτελείται από δυο διακριτά υποσύνολα: τη «νέα μικροαστικήτάξη του ΚΤΠ» και τη «νέα μικροαστική τάξη του κρατικού μηχανισμού».

    Ποιος είναι, λοιπόν, ο λόγος που «διαφορετικές κοινωνικές ομάδες καιπαράγοντες» μπορεί να θεωρηθεί ότι «ανήκουν στην ίδια κοινωνική τάξη,παρά το γεγονός ότι αναλαμβάνουν διαφορετικούς ρόλους στην καπιταλιστι-κή διαίρεση της εργασίας (καπιταλιστική παραγωγή έναντι κρατικών μηχανι-σμών); Η απάντηση είναι διότι ασκούν ίδιου τύπου κοινωνικές λειτουργίεςεντός της καπιταλιστικής αναπαραγωγής, καίτοι σε διαφορετικά κοινωνικάεπίπεδα», Μηλιός και Οικονομάκης (2007: 32).

    Συνεπώς, και υπό τον περιορισμό που θέσαμε:

    «Η νέα μικροαστική τάξη είναι το προϊόν που αναδύεται από τη στελέχωση των

    μηχανισμών και διαδικασιών άσκησης της καπιταλιστικής εξουσίας (μέσαστους υπάρχοντες κοινωνικούς σχηματισμούς) από στοιχεία που δεν είναι τμή-

    μα της κυρίαρχης τάξης και τα οποία υπόκεινται συχνά σε άμεση καπιταλιστι-

    κή εκμετάλλευση. Αυτή η ταξική θέση περιλαμβάνει ή συνεπάγεται τις ακόλου-

    θες λειτουργίες: (i) λειτουργίες που εξασφαλίζουν την απόσπαση υπεραξίας,

    όπως η επίβλεψη-επιτήρηση-έλεγχος της παραγωγικής διαδικασίας (τεχνικοί,

    μηχανικοί, κ.λπ.)˙ (ii) λειτουργίες που εξασφαλίζουν τη συνοχή της καπιταλι-

    στικής εξουσίας (κρατική γραφειοκρατία, δικαστικός μηχανισμός, στρατός,

    κ.λπ.)˙ (iii) λειτουργίες για τη συστηματοποίηση και διάδοση της κυρίαρχης

    ιδεολογίας, όπως η εκπαίδευση. […] Περιλαμβάνει τόσο παραγωγικούς μισθω-

    τούς εργαζομένους (δηλαδή εκείνους που ανταλλάσσουν την εργασία για κεφά-

    λαιο, και παράγουν υπεραξία): κατηγορία (i), όσο και μη-παραγωγικούς μι-

    σθωτούς εργαζομένους (δηλαδή εκείνους που απασχολούνται στον δημόσιο

    [μη-επιχειρηματικό] τομέα και έτσι δεν παράγουν υπεραξία,23 κατηγορίες (ii)

    και (iii)24», (Μηλιός και Οικονομάκης (2007: 32-33).

    23 Οι Resnick και Wolff (1982: 5-6˙ επίσης 2002) επισημαίνουν ότι το εισόδημα αυ-τών των ταξικών μερίδων προέρχεται από τη «διανομή της υπεραξίας την οποία απο-σπούν οι καπιταλιστές από τους παραγωγικούς εργαζομένους».

    24

     Εννοούνται εδώ δημόσιοι μηχανισμοί διάδοσης της κυρίαρχης ιδεολογίας, όπως η

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    16/38

    120 Θέσεις 135

     3.2. Κατώτερη μισθωτή βαθμίδα, ανώτερη κρατική γραφειοκρατία

    και μάνατζερς των κρατικών καπιταλιστικών επιχειρήσεων

    Ο «θεμελιακός» διαχωρισμός «διανοητικής/χειρωνακτικής εργασίας» πουέχει την τάση «να αναπαράγεται, με ιδιόμορφο τρόπο, κι απ’ τις δυο πλευρέςτου διαχωριστικού φράγματος», δηλαδή και στο πεδίο της διανοητικής καιστο πεδίο της χειρωνακτικής εργασίας, όπως γράφει ο Πουλαντζάς και είδα-με πιο πριν, αφορά όχι μόνο στην εργατική αλλά και στη νέα μικροαστικήτάξη. Ο Πουλαντζάς (όπ.π.: 389 κ.ε.,) αναγνωρίζει ότι υπάρχει μια διαβάθ-μιση εντός της νέας μικροαστικής τάξης˙ θα προσθέταμε μια διάκριση τουτύπου «αξιωματικοί» έναντι «υπαξιωματικών με βάση την ορολογία τουΜαρξ. Έτσι, θεωρεί ότι υπάρχουν «μερίδες» της νέας μικροαστικής τάξης, οιοποίες, καταλαμβάνοντας κατώτερες θέσεις στην καπιταλιστική διαδικασία

    παραγωγής και στον κρατικό μηχανισμό, θα μπορούσαν να πολωθούν προςτην εργατική τάξη: Εμφανίζουν, όπως γράφει, «προλεταριακή αντικειμενι-κή πόλωση». Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Πουλαντζά (όπ.π.: 390κ.ε.), υπάρχουν τρεις τέτοιες «μερίδες» της νέας μικροαστικής τάξης. Ηπρώτη «περιλαμβάνει τη μεγάλη πλειονότητα των μισθωτών βάσης στον το-μέα του εμπορίου – “τους εμποροϋπαλλήλους”»25, η δεύτερη «περιλαμβάνειτους κατώτερους υπαλλήλους των δημόσιων και ιδιωτικών γραφειοκρατικο-ποιημένων τομέων» και τέλος η τρίτη «είναι των κατώτερων τεχνικών και μη- χανικών που μετέχουν άμεσα στην παραγωγική εργασία»,26 βλ. και Μηλιός

    δημόσια εκπαίδευση. Οι φορείς των κατηγοριών (ii) και (iii) αμείβονται από κρατικάέσοδα (ή «κρατικό εισόδημα», βλ. Κάππος (1987: 21).

    25 Αντίθετα από τον Πουλαντζά, στην παρούσα μελέτη υποστηρίζεται ότι η «μερίδα»των «εμποροϋπαλλήλων» είναι «δομικά» μέρος της εργατικής και όχι της νέαςμικροαστικής τάξης, βλ. και Μηλιός και Οικονομάκης (2007: 48-49).

    26  Ο Πουλαντζάς εντάσσει αυτή τη «μερίδα» στη νέα μικροαστική τάξη, παρότιεμφανίζει «προλεταριακή αντικειμενική πόλωση» κατά βάση λόγω της θέσης της στοεπάγγελμα. Ειδικότερα θεωρεί ως «διφορούμενο» το χαρακτήρα της «δεδομένου ότιείναι “κάτοχοι επαγγέλματος” και “άσπρες μπλούζες”», Πουλαντζάς (1982-γ: 405-406). Στο βαθμό που συμμετοχή «άμεσα στην παραγωγική εργασία» σημαίνει ότι

    αυτοί οι κατώτεροι μηχανικοί και τεχνικοί «δεν ασκούν διευθυντικά και εποπτικάκαθήκοντα», και επομένως δεν ασκούν «τη διεύθυνση και την εποπτεία πουσυνοδεύονται από τη νομιμοποίηση του μυστικού της γνώσης» (βλ. Πουλαντζάςπιο πριν), στη βάση των δικών μας θεωρητικών θέσεων θα λέγαμε ότι μπορούν νααποτελέσουν τον ταξικό «φορέα» της σχέσης χρήσης εκφράζοντας τη διαδικασία«χειρωνακτικοποίησης» της διανοητικής εργασίας για την οποία έχουμε μιλήσει.Πέραν αυτού, είναι μάλλον προβληματικός και βεμπεριανού τύπου ο προσδιορισμόςτης ταξικής θέσης με βάση το επάγγελμα. Γράφει σχετικά ο Αλεξίου (2006: 63, 65)αναφορικά με τη θέση του Βέμπερ για τον προσδιορισμό της κοινωνικής τάξης: «[Η]ιδιοκτησία, δηλαδή η σχέση με τα μέσα παραγωγής σχετικοποιείται και γίνεται ένας

    παράγοντας μεταξύ άλλων, όπως είναι οι δεξιότητες, η επαγγελματική ειδημοσύνη,

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    17/38

    121 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    και Οικονομάκης (2007: 45).Ο Πουλαντζάς (1982-γ: 404), θεωρεί ότι «[ε]ιδική μνεία πρέπει να γίνει

     για τους κατώτερους δημόσιους υπαλλήλους. Αποτελούν μέρος της κοινωνι-κής κατηγορίας των φορέων των κρατικών μηχανισμών: ανήκουν, μαζί με τιςενδιάμεσες βαθμίδες, στη μικροαστική τάξη, ενώ οι “κορυφές” αυτών τωνμηχανισμών ανήκουν στην αστική τάξη».

    Σύμφωνα με τους Μηλιό και Οικονομάκη (2007: 33), οι εργαζόμενοι πουδεν ανταλλάσσουν την εργασία τους με κεφάλαιο, «δεν μπορούν να καταχω-ρηθούν στην εργατική τάξη, με βάση το καταρχήν οικονομικό κριτήριο τηςθέσης τους στις σχέσεις παραγωγής» (μη-παραγωγική εργασία).

    «Στο βαθμό που πρόκειται για δημοσίους υπαλλήλους, δηλαδή για φορείς που

    στελεχώνουν τους μηχανισμούς άσκησης της πολιτικής (και ιδεολογικής) εξου-

    σίας της αστικής τάξης (κρατική γραφειοκρατία, εκπαιδευτικοί, στρατιωτικοίκ.ο.κ.) [και οι οποίοι αμείβονται από τα κρατικά έσοδα], η κατανόηση της τα-

    ξικής τους ένταξης δεν παρουσιάζει δυσκολίες, καθώς εντάσσονται στη νέα μι-

    κροαστική τάξη [του κρατικού μηχανισμού] (κατηγορίες ii και iii). Ένα ζήτημα

     γεννάται εντούτοις αναφορικά με την ταξική ένταξη των κατώτερων βαθμίδων

    κρατικών υπαλλήλων (π.χ. τεχνίτες ή καθαριστές-καθαρίστριες που απασχο-

    λούνται ως μόνιμο προσωπικό στις δημόσιες υπηρεσίες, τους ΟΤΑ κ.λπ.)».

    Αντίθετα προς τη νέα μικροαστική τάξη του κρατικού μηχανισμού, οιβαθμίδες αυτές δεν επιτελούν λειτουργίες που εξασφαλίζουν τη συνοχή της

    κρατικής εξουσίας ή τη συστηματοποίηση και διάδοση της κυρίαρχης ιδεο-λογίας. Όπως υποστηρίζεται στο Μηλιός και Οικονομάκης (όπ.π.) για τιςκατώτερες βαθμίδες κρατικών υπαλλήλων, «[μ]ία προσέγγιση θα ήταν ναθεωρηθούν ως μία “μη-παραγωγική” μερίδα της εργατικής τάξης, με τηνεπίκληση πολιτικο-ιδεολογικών κριτηρίων. Μία άλλη να θεωρηθούν ως το

    αποτέλεσμα εκπαιδευτικών τίτλων που επηρεάζουν θετικά ή αρνητικά τη θέση τουατόμου στην αγορά. […] Επίσης το κοινωνικό κύρος που απορρέει από την κατοχήμιας κοινωνικής θέσης (π.χ. του γιατρού, του επιστήμονα κ.ο.κ.) αναδεικνύεταισε σημαντική παράμετρο στρωμάτωσης. […] [Ο] υποκειμενισμός που υφέρπει στον

    ορισμό της κοινωνικής δράσης στον M. Βέμπερ, όταν αυτός εξαρτά το χαρακτήρατης από το άτομο, και ο πολυπαραγοντικός προσδιορισμός της κοινωνικής τάξης(εισόδημα, ιδιοκτησία, εκπαίδευση, εξειδίκευση κλπ.), ο οποίος απολήγει σε τελικήανάλυση σε επαγγελματικοστατιστικές κατηγορίες, χωρίς αναφορά στα γενεσιουργάαίτια, κατευθύνουν την ανάλυση προς ένα πλουραλιστικό σχήμα κοινωνικήςστρωμάτωσης, γεγονός που σχετικοποιεί, αν δεν υποσκάπτει, την εγκυρότητατης έννοιας της “κοινωνικής τάξης”». Αντίστοιχη προβληματική εντοπίζεται στηνανάλυση του Σακελλαρόπουλου (2014: 279 κ.ε.) αναφορικά με τον προσδιορισμό τωνκοινωνικών τάξεων, όπου και υιοθετούνται ως κριτήρια ταξικής ένταξης διαφόρωνομάδων η επαγγελματική κατηγορία, το ύψος του εισοδήματος, η κατοχή τίτλου

    σπουδών (για μια κριτική επ’ αυτού βλ. σε Οικονομάκης κ.ά., υπό δημοσίευση).

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    18/38

    122 Θέσεις 135

    κατώτερο στρώμα της νέας μικροαστικής τάξης» (του κρατικού μηχανι-σμού), ακολουθώντας τον Πουλαντζά. Εφόσον οι κατώτερες βαθμίδες τωνδημοσίων υπαλλήλων δεν σχηματίζονται ταξικά στο οικονομικό επίπεδο(και επομένως δεν είναι «φορείς» συνθετουσών σχέσεων), με βάση τις θεω-ρητικές παραδοχές που έχουμε θέσει, δεν μπορούν να ενταχθούν σε μια θε-μελιώδη (και βασική) κοινωνική τάξη του καπιταλισμού, όπως την εργατι-κή, αλλά μάλλον θα πρέπει να συμπεριληφθούν στις μη-θεμελιώδεις ή ενδι-άμεσες κοινωνικές τάξεις, έστω σε κατώτερη ιεραρχικά βαθμίδα, ως σημα-τοδότηση της εν δυνάμει, ή κατά Πουλαντζά, «αντικειμενικής πόλωσής»τους προς την εργατική τάξη. Το ζήτημα ασφαλώς απαιτεί περαιτέρω θεω-ρητική διερεύνηση που υπερβαίνει τους σκοπούς της παρούσας μελέτης. Θαονομάζουμε στη συνέχεια τις κατηγορίες αυτές «κατώτερη μισθωτήβαθμίδα», σε διάκριση προς τη νέα μικροαστική τάξη του κρατικού μηχανι-

    σμού. Ένα επόμενο ζήτημα αφορά στις «κορυφές» των «κρατικών μηχανισμών»,

    που σύμφωνα με τον Πουλαντζά, «ανήκουν στην αστική τάξη». Η ένταξητων «κορυφών» των «κρατικών μηχανισμών» στην καπιταλιστική τάξη δενθα μπορούσε επίσης να γίνει στη βάση του οικονομικού κριτηρίου (θέση στιςσχέσεις παραγωγής), παρά μόνο με την επίκληση πολιτικο-ιδεολογικώνκριτηρίων. Επίσης, εφόσον οι «κορυφές» αυτές δεν σχηματίζονται ταξικάστο οικονομικό επίπεδο (και επομένως δεν είναι «φορείς» συνθετουσώνσχέσεων), με βάση τις θεωρητικές παραδοχές που έχουμε θέσει, δενμπορούν να ενταχθούν σε μια θεμελιώδη (και βασική) κοινωνική τάξη του

    καπιταλισμού, όπως την καπιταλιστική, αλλά μάλλον θα πρέπει νασυμπεριληφθούν στις μη-θεμελιώδεις ή ενδιάμεσες κοινωνικές τάξεις, έστωσε ανώτερη της νέας μικροαστικής τάξης ιεραρχικά βαθμίδα, ωςσηματοδότηση της εν δυνάμει ταξικής πόλωσής τους προς την καπιταλιστικήτάξη. Στην περίπτωση αυτή θα έπρεπε ωστόσο να προσδιοριστεί, στη βάσητων πολιτικο-ιδεολογικών κριτηρίων, η διαφοροποίηση αυτών των«κορυφών» από τις ενδιάμεσες και ανώτερες μερίδες της νέας μικροαστικήςτάξης που στελεχώνουν τους κρατικούς μηχανισμούς, και να δειχτεί ότι οι«κορυφές» των μηχανισμών του κράτους τείνουν να «ασκούν ίδιου τύπου

    κοινωνικές λειτουργίες» με την καπιταλιστική τάξη. Μια προσέγγιση θαήταν να δεχτούμε ότι αυτές οι «κορυφές», σε διάκριση προς τη νέα μικροα-στική τάξη που στελεχώνει τους μηχανισμούς του καπιταλιστικού κράτους,ασκούν άμεσα (ήτοι μη-εκχωρημένη από άλλους) εξουσία για τηναναπαραγωγή του καπιταλιστικού συστήματος, στο πλαίσιο της «σχετικήςαυτονομίας» του κράτους [βλ. σχετικά Πουλαντζάς (1982-β: κεφ. IV)˙ Οικο- νομάκης και Μπούρας (2007), και επομένως συγκροτούνται «με αστικήαντικειμενική πόλωση»,27  για να παραφράσουμε τον Πουλαντζά. Και το

    27 Αντιθέτως, τα μέλη της νέας μικροαστικής τάξης που στελεχώνουν (σε μη ανώτερες

    θέσεις) τόσο τους κρατικούς μηχανισμούς όσο και τις κρατικές δημόσιες επιχειρήσεις

  • 8/17/2019 04 Oikonomakis Et Al 135

    19/38

    123 Απρίλιος /Ιούνιος 2016

    ζήτημα αυτό απαιτεί περαιτέρω θεωρητική διερεύνηση που υπερβαίνει τουςσκοπούς της παρούσας μελέτης. Θα ονομάζο�